ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 451η
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ
ΣΙΚΥΩΝΟΣ, ΖΕΜΕΝΟΥ, ΤΑΡΣΟΥ & ΠΟΛΥΦΕΓΓΟΥΣ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Δ’
Προς
τον Ιερόν Κλήρον, τας Μοναστικάς Αδελφότητας
και τον Ευσεβή Λαόν της καθ᾿ ημάς Θεοσώστου παροικίας.
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά, Χριστιανοί μου ευλογημένοι,
«και εγένετο εν τω κατακλιθήναι αυτόν μετ᾿ αυτών λαβών τον άρτον ευλόγησε, και κλάσας επεδίδου αυτοίς. Αυτών δε διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί και επέγνωσαν αυτόν…».
(Λουκ. κδ’, 30-31).
Με αυτούς τους λόγους του ιστορικού Ευαγγελιστού Λουκά επιβεβαιώνεται «εν αυτή τη ημέρα» (στιχ. 13), την ημέρα της Αναστάσεως, την μοναδική μεταξύ των ημερών της εβδομάδος ημέρα, «την μία των Σαββάτων», την ημέρα, κατά την οποίαν οι μεν Μυροφόρες γυναίκες έσπευσαν να αναγγείλουν στους μαθητές τους λόγους του Αγγέλου, ότι ο Ιησούς ανέστη, «ο δε Πέτρος αναστάς έδραμεν επί το μνημείον» (στιχ. 12), για να ᾽δει και να διαπιστώσει ο ίδιος την αλήθεια της πληροφορίας των γυναικών, η παρουσία του Αναστημένου Χριστού στους δύο μαθητές που, συνοδοιπορούντες μαζί Του, κατέφθασαν στους Εμμαούς.
Καθ᾽ οδόν συνομιλούσαν μαζί Του αλλά τα μάτια τους ήταν κρατημένα για να μη Τον αναγνωρίσουν. Πότε διανοίγει τον νουν τους και τους οφθαλμούς τους για να Τον γνωρίσουν τελείως; Όταν κατεκλίθη μαζί τους στην τράπεζα του φαγητού. Όταν «λαβών τον άρτον ευλόγησε» και αφού τον έκοψε σε τεμάχια «επεδίδου αυτοίς»! Ο τρόπος, με τον οποίον ο «ξένος», για τον Κλεόπα και τον άλλον μαθητή, επιτελεί την ευλογία και ευχαριστεί τον Πατέρα, είναι ο τρόπος που προσιδιάζει στον Ιησού. Αυτό δεν έκαμνε στον χορτασμό των πεντακισχιλίων με τους πέντε άρτους; Αυτό δεν έκαμνε στον χορτασμό των τετρακισχιλίων με τους επτά άρτους; Αυτό δεν έκαμνε το βράδυ του Μυστικού Δείπνου; Τότε «διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί και επέγνωσαν αυτόν». Με την «κλάσι του άρτου» ανοίγουν τα μάτια τους και βλέπουν καθαρά και διακρίνουν άριστα. Βεβαιώνονται ότι ο «ξένος» δεν είναι, όπως τον νόμιζαν, «ξένον», είναι ο γνωστός Διδάσκαλός τους, είναι ο λατρευτός Ιησούς, για τον Οποίο οι πιστές μαθήτριές Του πήγαν πολύ πρωΐ στο μνημείο, και αφού δεν βρήκαν εκεί το σώμα Του, ήλθαν και είπαν, ότι είδαν οπτασία Αγγέλων, οι οποίοι λέγουν ότι ο Ιησούς ζη!
Διδάσκαλος ο Θεάνθρωπος «διήνοιγε αυτών τον νουν του συνιέναι τας Γραφάς» και μετά την Ανάστασί Του, όταν «συνεπορεύετο αυτοίς» (στιχ. 15). Προετοίμαζε δια της διαβεβαιώσεως ότι οι Γραφές «εισίν αι μαρτυρούσαι περί Αυτού» (πρβλ. Ιω. ε’, 39), ώστε να φθάσει στην πλήρη αποκάλυψη δια «της κλάσεως του άρτου»! Αυτό που συμβαίνει σε κάθε Θεία Λειτουργία. Προηγούνται το Αποστολικό και το Ευαγγελικό ανάγνωσμα (οι Γραφές) για να επακολουθήσει «η κλάσις του άρτου» και στην συνέχεια «η μετάληψις των αγιασμάτων» κατά την ψαλμική προτροπή· «γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος» (Ψαλμ. λγ’, 9). Αυτό που θα συντελεσθεί στην συνέχεια κατ᾽ αυτή «την σωτήριον και φωταυγή νύκτα» του Αγίου Πάσχα, που πανηγυρικώς εορτάζουμε!
Κατά την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, που προηγήθηκε, αγαπητά μου παιδιά, «όσοι Πιστοί» αγνισθήκαμε με τον καλό αγώνα της «αμώμου» νηστείας. Μας έθρεψε η Εκκλησία με τα πολλά Αγιογραφικά αναγνώσματα από τους Ψαλμούς, τους Προφήτες Ησαΐα, Ιεζεκιήλ, Ιερεμία, τα βιβλία της Γενέσεως, της Εξόδου, του Ιώβ, των Παροιμιών, τις Αποστολικές και Ευαγγελικές περικοπές, τις αναγνώσεις του Λαυσαϊκού, των έργων του Εφραίμ του Σύρου, της Κλίμακος, των Κατηχήσεων του Θεοδώρου του Στουδίτου, του Σωφρονίου Ιεροσολύμων, που έχουμε την ιδιαίτερη τιμή η αγία Του κάρα να είναι αποθησαυρισμένη στην Ι. Μονή Παναγίας Φενερωμένης Χιλιομοδίου, βοηθώντας μας να αποδεχθούμε ενσυνείδητα τις Θείες αλήθειες, που μαρτυρούνται στην Αγία Γραφή. Εξωμολογηθήκαμε στους Πνευματικούς Πατέρες, ώστε «του καινού της αμπέλου γεννήματος της θείας ευφροσύνης, εν τη ευσήμω ημέρα της εγέρσεως βασιλείας τε Χριστού κοινωνήσωμεν». Να αξιωθούμε του Δείπνου του Μυστικού, της Κοινωνίας με τον Αναστάντα Χριστό, να μεταλάβουμε Σώμα Χριστού, να γευθούμε πηγής αθανάτου, ώστε να διανοιχθούν και οι δικοί μας οφθαλμοί «επιγνώντες Αυτόν» ως τον μόνον Σωτήρα και Λυτρωτή!
«Εγκρατείς και ράθυμοι την ημέραν τιμήσατε… η τράπεζα γέμει… Πάντες απολαύσατε του συμποσίου της πίστεως» και μάθετε «…ότι Χριστός ανέστη και άδης εσκυλεύθη»!
Με την ευκαιρία της επικοινωνίας αυτής θα ήθελα να ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου όλους Εσάς, το ευσεβές Ποίμνιο (Κλήρο - Μοναχούς και Μοναχές - Άρχοντες και φιλόχριστο Λαό), που μου εμπιστεύθηκε η αγάπη και φιλανθρωπία του Θεού, για τις εκδηλώσεις αγάπης και συμπαραστάσεως προς την Ελαχιστότητά μου και για τις θεοπειθείς προσευχές Σας υπέρ εμού κατά την δοκιμασία της ασθενείας μου.
Εξόχως όμως μετά στοργής επαναπαύω το βλέμμα μου στους άμεσους συνεργάτες μου, στον Πρωτοσύγκελλό μου και Βοηθό Επίσκοπο της Αποστολικής Ι. Μητροπόλεώς μας Θεοφιλέστατο άγιο Κεγχρεών κ. Αγάπιο, Καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Αναστάσεως Χριστού Λουτρακίου, στον Ιεροκήρυκα π. Άνθιμο, στους εργαζομένους Κληρικούς και Λαϊκούς στα Γραφεία της Ι. Μητροπόλεώς μας, στους προσφιλείς μου Εφημερίους σας για τους πολλούς κόπους τους και την θυσιαστική τους αγάπη που, συναισθανόμενοι την ιερότητα της διακονίας τους, κατέβαλαν και καταβάλλουν με φιλότιμο κάθε επιμέλεια και προσοχή για τις Ποιμαντικές ανάγκες του Πιστού Λαού της Επαρχίας μας.
Πριν δεηθώ του Αναστάντος Χριστού, Σας παρακαλώ παιδιά μου ευλογημένα˙ «μείνατε εν Χριστώ, ίνα βότρυν φέρητε˙ Αυτός γαρ εστι της ζωής η άμπελος»! Και τώρα δέομαι και προσεύχομαι στον εκ Τάφου ανατείλαντα Χριστό, όπως τα δώρα της Αναστάσεώς Του˙ χαρά, ειρήνη, μετάνοια, το χάρισμα «του συνιέναι τας γραφάς», η μετάδοση του Αγίου Πνεύματος και η ανάθεση της ποιμαντικής φροντίδας που αφορούν στους Ιερείς, κυρίως όμως η καταστολή του φόβου με τους λόγους Του˙ «μη φοβείσθε» (Ματθ. κη’, 10) ότι «ιδού εγώ μεθ ὑμῶν ειμι πάσας τας ημερας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. κη’, 20) να γεμίζουν τις φιλοπάτορες καρδιές Σας.
Χριστός Ανέστη, αδελφοί, «μηδείς φοβείσθω θάνατον˙ ηλευθέρωσεν γαρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος»!
Τω δε Νικητή του θανάτου δόξα, τιμή και κράτος εις τους αιώνας. Αμήν!
Διάπυρος προς Χριστόν Αναστάντα ευχέτης Σας
και πάντοτε με Πατρική αγάπη, στοργή και ευλογίες
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΜΕΝΑΡΧΗΣ ΣΑΣ
† Ο Κορίνθου, Σικυώνος, Ζεμενού, Ταρσού και Πολυφέγγους
Δ Ι Ο Ν Υ Σ Ι Ο Σ Δ’