ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 15η Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΣΙΚΥΩΝΟΣ, ΖΕΜΕΝΟΥ, ΤΑΡΣΟΥ & ΠΟΛΥΦΕΓΓΟΥΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ

Προς

τον Ιερόν Κλήρον, τις Μοναστικές Αδελφότητες και τον Ευσεβή Λαό της Ιεράς

και Αποστολικής Μητροπόλεώς μας.

 

«Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός και δοξάσατε Χριστόν τον Αναστάντα εκ νεκρών».

 

Αγαπητά και πολυφίλητα πνευματικά μου παιδιά,

μόλις προς ολίγου ακούσατε το κάλεσμα και ανάψατε όλοι τις λαμπάδες σας από το Φως, που εξήλθε από το κενό Μνημείο του Αναστάντος Ιησού Χριστού.

Η Εκκλησία σας κάλεσε σε μια πράξη, που δεν είναι τίποτε άλλο από την αποκάλυψη και αποδοχή του «ανεσπέρου» και αιωνίου Φωτός του Αναστημένου Ιησού Χριστού, που κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, «εν αυτώ ζωή ην και η ζωή ην το φως των ανθρώπων, και το φως εν τη σκοτία φαίνει και η σκοτία αυτό ου κατέλαβε» (Ιω. α’, 4-5).

Πριν την δημιουργία, μας διαβεβαιώνει η Αγία Γραφή, ήταν σκοτάδι στον κόσμο: «η γη ην αόρατος και ακατεσκεύαστος και σκότος επάνω της αβύσσου» (Γεν. α’, 2). Παρενεβλήθη όμως ο Παντοδύναμος Λόγος του Θεού. «Είπεν ο Θεός γενηθήτω φως και εγένετο φως» (Γεν α’, 3). Με την εντολή του Θεού έγιναν όλα τα άψυχα δημιουργήματα και με το δημιουργικό «χέρι» του Θεού πλάστηκε ο άνθρωπος, η κορωνίδα της δημιουργίας. Όλα φωτεινά, όλα «λίαν καλώς»! Θεός – άνθρωπος –άλογος κτίση σε σχέση αγαθή!

Η παράβαση των Πρωτοπλάστων εζόφωσε αυτή την φωτεινή κατάσταση. Η αμαρτία έφερε το σκοτάδι! Το έγραψε, εδώ στην Κόρινθο, ο Απόστολός μας και το έστειλε με την Φοίβη την Διάκονο στους Χριστιανούς της Ρώμης: «εσκοτίσθη η ασύνετος (των ανθρώπων) καρδία» (Ρωμ. α’, 21) και αντί του Κτίσαντος ελάτρευσαν την κτίσιν, αντάλλαξαν το ένδοξο μεγαλείο του Θεού, ο οποίος δεν έχει καμμία σχέση προς την φθορά, με υλικά πράγματα, που έχουν την εικόνα του φθαρτού ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών! Συγχρόνως όμως κατέπεσαν και ηθικά: «Παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εν ταις επιθυμίαις των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν» (Ρωμ. α’, 24).

Νύκτα, σκοτάδι παγερό εκάλυπτε ολόκληρη την οικουμένη! Ο Θεός όμως δεν εγκατέλειψε τα πλάσματά Του. «Εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού» (Γαλ. δ’, 4), ο Οποίος «ην το φως το αληθινόν»  (Ιω. α’, 9) και «ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα» (Ματθ. δ’, 16)! Ήλθε ο Υιός του Θεού για να φωτίσει τον κόσμο με την παρουσία Του, την διδασκαλία Του, με το σωτηριώδες και λυτρωτικό έργο Του.

Δυστυχώς όμως όταν το Φως, ο Υιός του Θεού, έγινε άνθρωπος ο διεφθαρμένος και στα γήινα προσκολλημένος κόσμος των ανθρώπων δεν Τον αναγνώρισε αλλά και οι ιδικοί Του Τον απέρριψαν. Κατώρθωσαν μάλιστα προς στιγμήν να σβήσουν το Φως, σταυρώνοντάς Τον και κάνοντας την Παρθένο Μαρία να κράζη «θρηνωδούσα γοερώς: Οίμοι, φως του κόσμου! οίμοι, φως το εμόν!» αλλά και την κτίση να διαμαρτυρηθεί, ώστε «σκότος εγένετο εφ’ όλην την γην έως ώρας ενάτης, του ηλίου εκλείποντος» (Λουκ. κγ’, 44).

Σκοτίζεται η κτίσις, σκοτίζεται ο άνθρωπος όμως εκείνη ακριβώς την ώρα «με πόση χαρά! με πόση ευφροσύνη! γέμισε όλους τους νεκρούς στον Άδη, αφού άστραψε το θείο Φως Του στα ζοφερά έγκατα της γης»! Η Ζωή δεν κρατείται στον Τάφο. Το Φως δεν σκεπάζεται. Ανέτειλεν εκ του Τάφου. Ανέστη Χριστός και χαίρονται όλοι οι Άγγελοι. Αναστήθηκε ο Χριστός και η ζωή του Θεού κυκλοφορείται αδιάκοπα στους ανθρώπους. Το σκοτάδι διαλύθηκε. Το Φως της Αναστάσεως έλαμψε παντού. «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός»! «Τώρα έχει πλημμυρίσει με το Φως (της Αναστάσεως) ολόκληρο το σύμπαν, δηλαδή ο ουράνιος και ο επίγειος και ο υπόγειος κόσμος. Ας πανηγυρίζει λοιπόν ολόκληρη η κτίση την Ανάσταση του Χριστού που επάνω της έχει θεμελιωθεί» ψάλλει θριαμβευτικά ο Ιερός Υμνογράφος και μαζί του ψάλλομε και  μεις.

Τώρα, κατά την σημερινή ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου, που δεν είναι άλλα μέρη φωτισμένα και άλλα σκοτεινά, αλλά όλα έχουν γεμίσει από το νοητό φως του Αναστημένου Χριστού, του «υπέρ τον Ήλιον εξαστράπτοντος», εσύ, αδελφέ, θα προτιμήσεις να μείνεις στο «σκοτάδι» που φέρνει η αμαρτία; Εσύ, αδελφέ, θα επιλέξεις να μείνεις στο ζόφο της πικρής καθημερινότητας με τις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζουμε όλοι μας; Εσύ, αδελφέ, θα συνεχίσεις να επιμένεις στην απιστία η την ολιγοπιστία σου; Εσύ, αδελφέ, άρρωστε, θλιμμένε, απαγοητευμένε, βασανισμένε, γηρασμένε, πεινασμένε... θα παραχωρήσεις τόπο στο έρεβος των δυσκολιών σου; Όχι! Δεν δικαιούσαι κάτι τέτοιο! Δεν έχεις μέρος στην ανάστερη νύχτα! Ο Αναστημένος Χριστός με το ανέσπερο Φως Του φωτίζει τους δρόμους σου, σελαγίζει το ταρτάρειο σκοτάδι που σε πλακώνει! Άνοιξε την καρδιά σου να εισέλθει το Φως της Αναστάσεως. Άφησε την αναμμένη λαμπάδα σου να φαιδρύνει το πρόσωπό σου. Απόψε κιόλας αποφάσισε, οι σκέψεις σου, οι λόγοι σου, οι πράξεις σου να φέρουν την σφραγίδα της Αναστάσεως, η πορεία σου, η συμπεριφορά σου να είναι φωτεινές. Ποιό το κέρδος, αδελφέ, όταν ο άψυχος κόσμος φωτίζεται και ο λογικός άνθρωπος μένει άψαυστος από το Φως του Χριστού, γιατί ζει στο σκότος της αμαρτίας;

Ας ακούσουμε, απόψε, τον Απόστολό μας και ας αποθέσουμε «τα έργα του σκότους» και ας ενδυθούμε «τα όπλα του φωτός» (Ρωμ. ιγ’, 12).

Ας σχίσωμε και μεις, την εκ των αμαρτιών «σύνθεσίν» μας όπως έπραξε άλλοτε ο υμνογράφος Κοσμάς ο Αγιοπολίτης, που έσχισε τον υπ’ αυτού συγγραφέντα Κανόνα για την εορτή του Πάσχα στο άκουσμα του χαρμόσυνου ύμνου του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός και γη και τα καταχθόνια» και ας ανοίξουμε διάπλατα τις καρδιές μας για να τις ιλαρύνει ο Αναστάς Ιησούς,

Ου το φως ση­μει­ω­θή­τω εφ’ η­μάς, ί­να δο­ξά­σω­μεν Αυ­τόν!

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, αδελφοί!

 

Διάπυρος προς τον Αναστάντα Κύριον

 ευχέτης πάντων υμών εν αγάπη στοργική

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

Ο Κορίνθου, Σικυώνος, Ζεμενού, Ταρσού και Πολυφέγγους

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ

 

ΕΚ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ.